Διαμαντής Λ. Μισιτζής

Εκτινασσόμενο δάκτυλο και εκτινασσόμενος αντίχειρας

Η κάμψη στα δάχτυλα του χεριού επιτυγχάνεται από τους μύς του αντιβραχίου, που συνδέονται με τα οστά των δακτύλων και του αντίχειρα, με τους τένοντες. Στο ύψος των δακτύλων και του αντίχειρα, οι τένοντες κινούνται μέσα σε ένα οστεο-ινώδη σωλήνα και περιβάλλονται από το έλυτρο. Υπάρχουν ειδικά ενισχυμένα σημεία κατά μήκος των ελύτρων, υπό μορφήν ινώδους δακτυλίου (pulley’s), τα οποία προστατεύουν τον τένοντα, ώστε να μην απομακρύνεται από τα οστά των δακτύλων, και να μη δημιουργείται χορδή όταν εφαρμόζουμε δύναμη στον τένοντα. Το έλυτρο επίσης χρησιμεύει για την διατροφή και την λίπανση του τένοντα. Εκτινασσόμενο δάκτυλο ή εκτινασσόμενος αντίχειρας εμφανίζεται ως αποτέλεσμα μηχανικού κωλύματος στην ομαλή κίνηση του τένοντα μέσα στο έλυτρο. Αυτή η παθολογία καλείται και στενωτική τενοντοελυτρίτιδα. Η εμπλοκή του τένοντος στην είσοδο του ελύτρου, είναι δυνατόν να προέρχεται είτε από διόγκωση του τένοντα, είτε από ελάττωση του εύρους του πρώτου ινώδους δακτυλίου (A1 Puley).

Η επιδημιολογία του εκτινασσόμενου δακτύλου δεν είναι γνωστή. Είναι δυνατόν να εμφανιστεί στα νεογέννητα αλλά και σε όλες τις ηλικίες. Εκτινασσόμενο δάκτυλο δυνατόν να συμβεί και σε παθολογίες, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η ουρική αρθρίτιδα ή ακόμα και ο σακχαρώδης διαβήτης. Σε ένα μεγάλο ποσοστό συνυπάρχουν και άλλα στενωτικά σύνδρομα στο χέρι όπως είναι το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνος ή στενωτική ελυτριτίδα (D. Quervain).

Συμπτώματα
Πριν εμφανιστούν τα κύρια συμπτώματα, υπάρχει ευαισθησία στη βάση του αντίχειρα ή των δακτύλων. Αυτή ακριβώς η περιοχή αντιστοιχεί στην περιοχή του πρώτου δακτυλίου. Με την εμφάνιση της εμπλοκής του τένοντος, δίδεται η ψευδαίσθηση της δυσκαμψίας της εγγύς φαλαγγοφαλαγγικής αρθρώσεως (PIP) και της άνω φ/φ αρθρώσεως (DIP). Μερικές φορές η εμπλοκή μπορεί να είναι επώδυνη. Όταν η κατάσταση επιδεινώνεται, το δάκτυλο παρουσιάζει δυσκολία στην κάμψη, ενώ παράλληλα κατά τη διάρκεια της εξετάσεως “μπλοκάρει”, και συχνά χρειάζεται την βοήθεια του άλλου χεριού για να ανοίξει. Είναι δυνατόν να αφορά ένα δάκτυλο, αλλά πολλές φορές εμπλέκονται και περισσότερα δάκτυλα.

Θεραπεία
Η συντηρητική θεραπεία είναι το σωστό πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της πάθησης, εκτός της περίπτωσης που το δάκτυλο δεν δύναται να ελευθερωθεί. Τα επώδυνα δάκτυλα είναι δυνατόν να ανταποκριθούν σε θεραπεία με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη αγωγή για 4 ή 6 εβδομάδες, καθώς και ημερήσιο νάρθηκα εκτάσεως της μετακαρποφαλαγγικής αρθρώσεως. Η αντιφλεγμονώδης δράση της κορτιζόνης με τοπική έγχυση μέσα στο τενόντιο έλυτρο περιορίζει το οίδημα των μαλακών μορίων στην είσοδο του ελύτρου, μειώνει την εμπλοκή της κινήσεως του τένοντος και προσφέρει άμεση ανακούφιση.

Σε περιπτώσεις μόνιμα “μπλοκαρισμένου” δακτύλου ή σε περιπτώσεις αποτυχημένης συντηρητικής θεραπείας, η χειρουργική θεραπεία εγγυάται το επιτυχημένο αποτέλεσμα. Κατ’ αυτή, με τοπική αναισθησία και οριζόντια ή zig-zag τομή διανοίγεται το A1 pulley και συνήθως αφαιρείται τίμημα αυτού. Προσοχή πρέπει να δοθεί για την προφύλαξη των δακτυλικών νεύρων. Μετά την διάνοιξη πρέπει πάντα να ελέγχεται αν υπάρχει εμπλοκή ή όχι του τένοντος. Σε περιπτώσεις παθήσεων όπως είναι η ρευματοειδής αρθρίτις, απαιτείται επιπλέον και αφαίρεση του ελύτρου. Μερικές φορές απαιτείται η εξαίρεση ενός εκ των δύο slip του επιπολής καμπτήρα του δακτύλου, για τη δημιουργία περισσότερου χώρου στους υπόλοιπους τένοντες, με στόχο την καλύτερη λειτουργία. Μετά το τέλος του χειρουργείου, εφαρμόζεται ελαφρά επίδεση του χεριού η οποία επιτρέπει την ενεργητική κίνηση των δακτύλων. Τα ράμματα αφαιρούνται 10 με 14 μέρες μετά την επέμβαση. Μετεγχειρητικά περιορισμός της πλήρους δραστηριότητας του δακτύλου για 4 έως 6 εβδομάδες κρίνεται επωφελής, ενώ πλήρης αποκατάσταση επιτυγχάνεται μετά την παρέλευση δύο μηνών.

Exit mobile version